Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2009

Λυπημένο Όνειρο

Μια φορά και ένα καιρό, ήμουν ρομαντικός, γιατί ήμουν νεότερος.

Θυμάμαι, που όλα είχαν το συμβολισμό τους, όλα σήμαιναν και κάτι άλλο, συνήθως καλό.

Ήταν τότε που έκανα τα πρώτα ερωτικά μου βήματα. Ήταν τότε, που σκόνταψα και πληγώθηκα. Ήταν τότε που δάκρυσα και μάτωσα, βαθιά μέσα μου. Ήταν εκείνες οι πρώτες πληγές που άφησαν τις ουλές εκείνες που σε συντροφεύουν μια ζωή. Οι ουλές, που σε προειδοποιούν όταν αλλάζει ο καιρός, όταν συννεφιάσουν οι σχέσεις...

Αυτή τη φορά ο μετεφηβικός εαυτός μου, ο νεαρός άνδρας, είναι αυτός που γράφει το παρακάτω κείμενο, πίσω στις αρχές του 1990... Το κείμενο, συνοδεύεται και από αντίστοιχη μουσική σύνθεση. Κάποια άλλη φορά όμως.

Στο μεταξύ, το Λυπημένο Όνειρο μου...
Λυπημένο Όνειρο


Τελικά δεν αξίζει τον κόπο να κάνεις όνειρα. Ο λόγος είναι απλός και τσακίζει.

Ο λόγος είναι απλός και τον κατανοείς, όταν κάποτε κάποιο όνειρο σου γίνει πράξη. Όταν ότι ονειρεύτηκες, ή πίστεψες ότι ονειρεύτηκες, θα το φέρει έτσι η μοίρα και θα το δεις μπροστά σου ζωντανό. Τότε είναι, που όλες οι τύχες του κόσμου κάθονται σε μια γωνιά και σε χαζεύουν, διασκεδάζοντας. Γιατί ο μόνος που πιστεύει ότι το όνειρο του θα διαρκεί για πάντα και θα είναι έτσι ευτυχισμένο, είναι αυτός που το ζει. Όλοι οι υπόλοιποι γνωρίζουν, ότι τα όνειρα δεν διαρκούν πολύ και ότι τελειώνοντας, το όνειρο σου αφήνει μια ανολοκλήρωτα γλυκιά γεύση και μια ολοκληρωμένα πικρή επαλήθευση, ότι αυτό που πίστεψες, ήταν τελικά ένα όνειρο, ήταν αυτό που δημιούργησε το μυαλό σου και που η φαντασία σου, προσπάθησε να το προσαρμόσει στη ζωή.

Τα όνειρα σε περιμένουν και σου επιτίθενται όταν είσαι τρωτός, όταν ο οργανισμός έχει παραδώσει τη θέληση του στα πόδια του μεγάλου γητευτή, του ύπνου.

Κανένα όνειρο δεν μπορεί να σε βρει, όταν όλες σου οι δυνάμεις δηλώνουν παρούσες.
Κανένα όνειρο δεν μπορεί να σου γκρεμίσει την πραγματικότητα για να χτίσει την φαντασία, όταν είσαι ξύπνιος, παρά περιμένει να σε κοιμίσει η ταλαιπωρία και ο πόνος, για να ορμήσει από τα βάθη του θέλω σου και να σε κοροϊδέψει, να σε πλανήσει, ότι ζεις κάτι που θα ήθελες να το ζήσεις, στις διαστάσεις και τα μέτρα που το επιθύμησες.

Όμως αλίμονο, το όνειρο κρατά ελάχιστα, και αν κάτι τύχει και σε βγάλει απ\' αυτό, όσο και να προσπαθήσεις, όσο και να το θελήσεις, δεν θα μπορέσεις να συνεχίσεις να ζήσεις το ίδιο όνειρο. Δεν πρόκειται να το συνεχίσεις από κει που το άφησες.

Αυτό,  το γνωρίζουν όλοι, αλλά δεν υπάρχει ανθρώπινη ύπαρξη, που κοιτάζοντας τον εαυτό της στον καθρέπτη, θα μπορούσε να πει ότι δεν έχει προσπαθήσει να συνεχίσει το όνειρο που διακόπηκε. Είναι μηχανισμός του ανθρώπου, να αναζητά την ευτυχία εκεί που ξέρει ότι είναι αδύνατο να τη βρει, αλλά και που στην περίπτωση που τη βρει, αυτή δεν θα διαρκέσει παρά ένα μόνο λίγα ταπεινά λεπτά.

Αλήθεια, τι ψυχική δύναμη απαιτεί, να μπορέσεις να κλείσεις την πόρτα, στην αγωνία της συνέχειας μιας φαύλης ευτυχίας, μιας κάλπικης κατάστασης! Τι ψυχικό βουνό πρέπει να γίνεις, για να μπορείς να διακρίνεις τι βρίσκεται πίσω από το γλυκό και το απατηλό προσωπείο του ονείρου.

Όμως και σε τι ψυχολογικό γκρεμό σε γκρεμίζει η διακοπή της - έστω και ψεύτικης – ευτυχίας, που σου χαρίζει το όνειρο. Σε τι ράκος μετατρέπει η ίδια η φαντασία σου το σώμα, που προσπάθησε να ευχαριστήσει; Γιατί όσο και να θελήσεις να το αποδεχτείς, όσο και αν καταλάβεις το μαύρο καλαμπούρι, που κάνουν μαζί σου τα χαιρέκακα, βρωμερά και ταπεινά κύτταρα σου, πάντα  αναζητάς  να ξαναζήσεις το όμορφο όνειρο που έζησες κάποτε.

Όμως ποτέ δεν πρόκειται να ξαναδείς το ίδιο, ωραίο όνειρο και ακόμα χειρότερα, θα το ξεχάσεις.

Αυτό όμως, που ποτέ δεν θα ξεχάσεις, είναι το λυπημένο όνειρο.

Το όνειρο, που ντύθηκε στη φορεσιά της ευτυχίας, για να σε ερωτευτεί και μόλις γδύθηκε να πέσει μαζί σου στο κρεβάτι, σου φανέρωσε σε όλη την τρομαχτική του γύμνια, την ασχήμια και το δέος της αχαριστίας και της κακίας.
Το όνειρο, που μόλις η ώρα το ‘φερε, να γυμνώσει μπροστά σου το σώμα του, να αφαιρέσει τα στολίδια του και να ντυθεί το γυμνό κορμί του, σου απέδειξε ότι τελικά δεν υπήρχε.

Ότι ήταν κενό, διάφανο
Ότι ήταν ένα εκμαγείο κούφιο, άδειο.
Ένα εργαλείο αναπαραγωγής πόνου και δυστυχίας, μια μηχανή θανάτου και ταλαιπωρίας.
Ένα καλούπι τρύπιο, που δεν μπόρεσε να συγκρατήσει μέσα του, ούτε τα συναισθήματα, ούτε τα δάκρυα αυτών που ξεγέλασε.
Αυτών που προσπάθησαν, κόβοντας κομμάτια των εαυτών των, να γεμίσουν το κενό του.
Αυτών που αφαίρεσαν γλυκά και συνειδητά, ότι ωραίο πίστευαν ότι είχαν, για να κρύψουν από κάτω την ασχήμια του.
Αυτών που πότισαν με δάκρυα, γαρύφαλλα στο χρώμα του αίματος των, για να τα ξεριζώσουν από το κορμί τους και να καλύψουν έτσι τη δυσμορφία του.

Όμως, κρίμα… Όλες οι προσπάθειες τους, πήγαν χαμένες.
Όσο καλά ξύλα και να βάλεις στη φωτιά, αυτή θα τα κάψει.
Όσο νερό και να ρίξεις στην άμμο, αυτή δεν θα βλαστήσει.
Όσο και να προσπαθήσεις να ομορφύνεις το άσκημο, αυτό το πολύ-πολύ, να γίνει ένα πιο όμορφο άσκημο, ποτέ δεν θα γίνει ένα άσκημο όμορφο.

Όμως μη ξεχνάς: τα σκαμπίλια μπορεί να σε πονάνε στιγμιαία και να σε τσούζουν, σου αυξάνουν όμως την κυκλοφορία του αίματος και σου καθαρίζουν τα μάτια από ότι σε τυφλώνει.
Δεν με πείραξε τόσο, που το όνειρο ήταν λυπημένο, όσο που εσύ ήσουν το όνειρο μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου